Όσον αφορά στην μέθοδο εκπαίδευσης των μαθητών μας, έχοντας την αντίληψη ότι οφείλουμε να προσαρμοζόμαστε στις ιδιαίτερες επικοινωνιακές και εκπαιδευτικές ανάγκες τους, ακολουθούμε μία ποικιλία προσεγγίσεων, όπου δεσπόζουσα θέση κατέχει η δίγλωσση εκπαίδευση στην ελληνική νοηματική γλώσσα και στα ελληνικά. Ωστόσο, όταν κάποιο παιδί δείχνει ότι προσανατολίζεται περισσότερο προς τον ένα ή τον άλλο τρόπο επικοινωνίας (νοηματική ή προφορική/γραπτή ελληνική), προσανατολιζόμαστε κι εμείς μαζί του. Σε ιδιαίτερα δύσκολες επικοινωνιακές περιστάσεις, εφαρμόζουμε όλες/όλοι μας επικοινωνιακό μάθημα μαζί με το μάθημα του γνωστικού μας αντικειμένου.


Η κατανομή των μαθητών μας σε τμήματα ακολουθεί πάντα τα κριτήρια της επικοινωνίας και του γνωστικού επιπέδου. Επειδή, όπως είναι παγίως γνωστό και εξακριβωμένο από την διεθνή βιβλιογραφία, ο μαθητικός πληθυσμός των κωφών και βαρηκόων παρουσιάζει μεγάλη ανομοιογένεια (λόγω διαφοροποιημένου οικογενειακού υποβάθρου και προσθέτων ιδιαιτεροτήτων πέρα από την κωφότητα), δεν είναι πάντοτε δυνατόν να επέλθει κατάλληλη κατανομή σε τμήματα. Στις περιπτώσεις αυτές εφαρμόζουμε διαφορετικές, κατάλληλα εξατομικευμένες, προσεγγίσεις στα παιδιά που φοιτούν σε ένα και το αυτό τμήμα, σε συνεργασία με την κοινωνική και ψυχολογική υπηρεσία του σχολείου, που θέτουν στην διάθεσή μας τις παραμέτρους της προσωπικότητας του κάθε παιδιού και την δυναμική των οικογενειών τους.


Οι πρόσθετες πρωτοβουλίες που αναλαμβάνουμε κατά καιρούς, όταν ανακύπτουν οι κατάλληλες συνθήκες, όπως είναι η αγωγή υγείας, η αγωγή περιβάλλοντος, η αγωγή καταναλωτή, τα διακρατικά προγράμματα κ.α., καθώς επίσης και οι στοχοθετημένες εκπαιδευτικές επισκέψεις και εκδηλώσεις, είναι κατά τέτοιον τρόπο σχεδιασμένες, ώστε να έχουν ευεργετική επίδραση στην διεύρυνση του γνωσιακού ορίζοντα και στην βελτίωση της επικοινωνιακής ικανότητας των παιδιών. Εκείνο που περισσότερο μας ενδιαφέρει εδώ είναι η ψυχοκοινωνική ανάπτυξη όλων των παιδιών, το κάθε ένα με τις δικές του ικανότητες και δυνατότητες, με τον δικό του μαθησιακό ρυθμό και με την καλλιέργεια των δικών του προσωπικών προσδοκιών. Θεωρούμε ότι πέρα από το να παρέχουμε στα παιδιά γνώσεις, κάτι πολύ πιο σημαντικό που οφείλουμε να τους δίνουμε είναι να μάθουν πώς να μαθαίνουν, να εξοπλισθούν με τις αναγκαίες γνωσιακές δεξιότητες, ώστε να μαθαίνουν όλα εκείνα που τους ενδιαφέρουν, με συνέπεια και αξιοπιστία.

Όσον αφορά στην συνολική παιδαγωγική προσέγγιση που ακολουθούμε, τονίζουμε την αδιάκοπη προσπάθειά μας στην επένδυση του κοινωνικού κεφαλαίου της εκπαιδευτικής μας κοινότητας. Με τον όρο «κοινωνικό κεφάλαιο» εννοούμε την καλλιέργεια κλίματος εμπιστοσύνης και σεβασμού μεταξύ μας και μεταξύ ημών και των μαθητών μας, μεταξύ των μαθητών καθ’ εαυτών, την καλλιέργεια της αλληλεγγύης, της ενσυναίσθησης, μέσα από την οποία περνάει σε κάθε άτομο ο σεβασμός και η αναγνώριση του άλλου, του διαφορετικού. Η κοινή μας αντίληψη εδώ είναι ότι μόνο μέσα σε ένα σχολείο ανοιχτό, χαρούμενο, που αναγνωρίζει και αποδέχεται την διαφορετικότητα, όπου τα παιδιά αισθάνονται ασφάλεια, χαρά και αναγνώριση του εαυτού τους, μπορεί να καλλιεργηθεί και να ανθίσει το εκπαιδευτικό και παιδαγωγικό έργο που επιτελούμε. Διδάσκοντας τα παιδιά, διδασκόμαστε συγχρόνως από κείνα. Αυτή η αδιάκοπη και αμφίδρομη σύνθεση ανάμεσα στην διδασκαλία και στην μάθηση πιστεύουμε ότι είναι το κεντρικό παιδαγωγικό εφαλτήριο για την πορεία του έργου μας στο σχολείο.

Η συνύπαρξη των σχολείων μας με το ΤΕΕ Κωφών & Βαρηκόων Αγίας Παρασκευής σε ενιαίο κτηριακό συγκρότημα δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης κωφών και βαρηκόων καθιστά αυτονόητη μία συνεργασία μεταξύ των εν λόγω σχολικών μονάδων, την οποία επιτελούμε στον ανώτατο δυνατό βαθμό με σκοπό το συμφέρον όλων των μαθητών.

Όσον αφορά στην μέθοδο εκπαίδευσης των μαθητών μας, έχοντας την αντίληψη ότι οφείλουμε να προσαρμοζόμαστε στις ιδιαίτερες επικοινωνιακές και εκπαιδευτικές ανάγκες τους, ακολουθούμε μία ποικιλία προσεγγίσεων, όπου δεσπόζουσα θέση κατέχει η δίγλωσση εκπαίδευση στην ελληνική νοηματική γλώσσα και στα ελληνικά. Ωστόσο, όταν κάποιο παιδί δείχνει ότι προσανατολίζεται περισσότερο προς τον ένα ή τον άλλο τρόπο επικοινωνίας (νοηματική ή προφορική/γραπτή ελληνική), προσανατολιζόμαστε κι εμείς μαζί του. Σε ιδιαίτερα δύσκολες επικοινωνιακές περιστάσεις, εφαρμόζουμε όλες/όλοι μας επικοινωνιακό μάθημα μαζί με το μάθημα του γνωστικού μας αντικειμένου.

Η κατανομή των μαθητών μας σε τμήματα ακολουθεί πάντα τα κριτήρια της επικοινωνίας και του γνωστικού επιπέδου. Επειδή, όπως είναι παγίως γνωστό και εξακριβωμένο από την διεθνή βιβλιογραφία, ο μαθητικός πληθυσμός των κωφών και βαρηκόων παρουσιάζει μεγάλη ανομοιογένεια (λόγω διαφοροποιημένου οικογενειακού υποβάθρου και προσθέτων ιδιαιτεροτήτων πέρα από την κωφότητα), δεν είναι πάντοτε δυνατόν να επέλθει κατάλληλη κατανομή σε τμήματα. Στις περιπτώσεις αυτές εφαρμόζουμε διαφορετικές, κατάλληλα εξατομικευμένες, προσεγγίσεις στα παιδιά που φοιτούν σε ένα και το αυτό τμήμα, σε συνεργασία με την κοινωνική και ψυχολογική υπηρεσία του σχολείου, που θέτουν στην διάθεσή μας τις παραμέτρους της προσωπικότητας του κάθε παιδιού και την δυναμική των οικογενειών τους.

Οι πρόσθετες πρωτοβουλίες που αναλαμβάνουμε κατά καιρούς, όταν ανακύπτουν οι κατάλληλες συνθήκες, όπως είναι η αγωγή υγείας, η αγωγή περιβάλλοντος, η αγωγή καταναλωτή, τα διακρατικά προγράμματα κ.α., καθώς επίσης και οι στοχοθετημένες εκπαιδευτικές επισκέψεις και εκδηλώσεις, είναι κατά τέτοιον τρόπο σχεδιασμένες, ώστε να έχουν ευεργετική επίδραση στην διεύρυνση του γνωσιακού ορίζοντα και στην βελτίωση της επικοινωνιακής ικανότητας των παιδιών. Εκείνο που περισσότερο μας ενδιαφέρει εδώ είναι η ψυχοκοινωνική ανάπτυξη όλων των παιδιών, το κάθε ένα με τις δικές του ικανότητες και δυνατότητες, με τον δικό του μαθησιακό ρυθμό και με την καλλιέργεια των δικών του προσωπικών προσδοκιών. Θεωρούμε ότι πέρα από το να παρέχουμε στα παιδιά γνώσεις, κάτι πολύ πιο σημαντικό που οφείλουμε να τους δίνουμε είναι να μάθουν πώς να μαθαίνουν, να εξοπλισθούν με τις αναγκαίες γνωσιακές δεξιότητες, ώστε να μαθαίνουν όλα εκείνα που τους ενδιαφέρουν, με συνέπεια και αξιοπιστία.

Όσον αφορά στην συνολική παιδαγωγική προσέγγιση που ακολουθούμε, τονίζουμε την αδιάκοπη προσπάθειά μας στην επένδυση του κοινωνικού κεφαλαίου της εκπαιδευτικής μας κοινότητας. Με τον όρο «κοινωνικό κεφάλαιο» εννοούμε την καλλιέργεια κλίματος εμπιστοσύνης και σεβασμού μεταξύ μας και μεταξύ ημών και των μαθητών μας, μεταξύ των μαθητών καθ’ εαυτών, την καλλιέργεια της αλληλεγγύης, της ενσυναίσθησης, μέσα από την οποία περνάει σε κάθε άτομο ο σεβασμός και η αναγνώριση του άλλου, του διαφορετικού. Η κοινή μας αντίληψη εδώ είναι ότι μόνο μέσα σε ένα σχολείο ανοιχτό, χαρούμενο, που αναγνωρίζει και αποδέχεται την διαφορετικότητα, όπου τα παιδιά αισθάνονται ασφάλεια, χαρά και αναγνώριση του εαυτού τους, μπορεί να καλλιεργηθεί και να ανθίσει το εκπαιδευτικό και παιδαγωγικό έργο που επιτελούμε. Διδάσκοντας τα παιδιά, διδασκόμαστε συγχρόνως από κείνα. Αυτή η αδιάκοπη και αμφίδρομη σύνθεση ανάμεσα στην διδασκαλία και στην μάθηση πιστεύουμε ότι είναι το κεντρικό παιδαγωγικό εφαλτήριο για την πορεία του έργου μας στο σχολείο.

Και τώρα περνάμε στην καθ’ εαυτή διδακτική προσέγγιση των επί μέρους γνωστικών αντικειμένων που παρέχουμε στο σχολείο. Σε γενικές γραμμές η διδακτική προσέγγιση σε όλα τα γνωστικά αντικείμενα περιλαμβάνει τα ακόλουθα βήματα:

1. Προεπισκόπηση της διδακτέας ύλης που προβλέπεται από το αναλυτικό πρόγραμμα για κάθε τάξη και σχεδιασμός της πορείας της διδασκαλίας της ύλης αυτής.

2. Προσαρμογή της ύλης στις εκάστοτε εκπαιδευτικές ανάγκες κάθε τμήματος ή ακόμα και κάθε εξατομικευμένης περίπτωσης.

3. Τροποποίηση των θεματικών ενοτήτων κάθε γνωστικού αντικειμένου (π.χ. σύμπτυξη, εμπλουτισμός, αλλαγή σειράς κατά την διδασκαλία, διαθεματική σύνδεση κτλ.).

4. Επιλογή καταλλήλων παραδειγμάτων και ασκήσεων εμπέδωσης.

5. Υποστήριξη και ενθάρρυνση των παιδιών να συμμετέχουν ενεργά και διαδραστικά στην μαθησιακή διεργασία μαζί μας.

Στα γλωσσικά μαθήματα καταβάλλεται προσπάθεια να αξιοποιηθεί η ήδη εμπεδωμένη γνώση κάθε παιδιού και, ανάλογα με τις δυνατότητες, χρησιμοποιείται η νοηματική ως μέσον συγκριτικής αντιπαράθεσης για την κατανόηση των νέων γλωσσικών παραδειγμάτων. Στην διδασκαλία της ελληνικής γραπτής γλώσσας δίδεται ιδιαίτερη προσοχή στην επεξεργασία και στον έλεγχο των γλωσσικών σφαλμάτων, διότι στις περισσότερες περιπτώσεις δεν πρόκειται για «λάθη» με την κοινή έννοια, αλλά για διατυπώσεις (γνωστές στην διεθνή βιβλιογραφία ως deafisms) που βασίζονται στην γραμματική δομή της νοηματικής. Δηλαδή, για να το πούμε πιο απλά, το γραπτό κείμενο ενός μέσου κωφού μαθητή δείχνει συνήθως την εντύπωση ότι αποτελεί «γραπτή» νοηματική με γλωσσικά μέσα της ελληνικής. Τονίζουμε ότι αυτή η συγκυρία αποτελεί μεγάλη διδακτική πρόκληση, διότι απαιτεί οξυμένη αντίληψη για τον εντοπισμό αυτών των αποκλίσεων και την δημιουργική επεξεργασία τους. Σχεδόν όλα τα παιδιά είναι εκ των πραγμάτων δίγλωσσα, σε διαφορετικό εκάστοτε βαθμό. Η κατάλληλη αντιμετώπιση των αποκλίσεων στα γραπτά τους κείμενα είναι η υποστήριξη των παιδιών να συνειδητοποιήσουν ότι στην ουσία «γράφουν» νοηματική, οπότε, μόλις το συνειδητοποιήσουν, διαχωρίζουν νοητικά τις δύο γλώσσες και δείχνουν ταχεία εξέλιξη στην κατάκτηση των νέων γλωσσικών ενοτήτων της ελληνικής. Η διαθεματική σύνδεση της διδασκαλίας των ελληνικών με την διδασκαλία των αγγλικών και της νοηματικής επίσης βοηθάει πολύ. Η διδασκαλία της λογοτεχνίας συνδέεται με τον αυτοσχεδιασμό και την θεατρική παιδεία, η οποία είναι ιδιαίτερα αποτελεσματική λόγω της αναπαραστατικής δύναμης της νοηματικής.

Στα μαθήματα ανθρωπιστικής παιδείας (θρησκευτικά, ιστορία, κοινωνιολογία, φιλοσοφία, ψυχολογία, δίκαιο, πολιτική αγωγή) ακολουθούμε μεγάλη ποικιλία διδακτικών προσεγγίσεων, για ευνόητους λόγους. Η πρόκληση που αντιμετωπίζουμε στα γνωστικά αυτά αντικείμενα είναι κυρίως εννοιολογικής φύσεως. Ξεπερνάμε τις δυσκολίες μέσα από την περίφραση και την παράφραση στην ερμηνεία των συνθέτων εννοιών, καθώς επίσης και με την παρουσίαση βιωματικών παραδειγμάτων από την ίδια την ζωή των παιδιών. Καλούμε, όταν είναι εφικτό, τους μαθητές μας να αφηγηθούν περιστατικά από την ζωή τους, τα οποία συνάδουν ως προς το περιεχόμενο με τις εκάστοτε διδακτικές ενότητες. Η βιωματική προσέγγιση έχει πάντα το καλύτερο διδακτικό αποτέλεσμα, τουλάχιστον στους δικούς μας μαθητές. Τα γνωστικά αντικείμενα της ανθρωπιστικής παιδείας αξιοποιούνται και ως μοχλός ανάπτυξης της γλωσσικής ικανότητας των μαθητών, έτσι ώστε το μάθημα αποκτά εδώ διπλό χαρακτήρα: αφ’ ενός προικίζεται με το δυναμικό της παροχής πληροφόρησης σχετικά με το εκάστοτε γνωστικό αντικείμενο, και αφ’ ετέρου διαμορφώνεται σαν ένα είδος διαγλωσσικού εργαστηρίου, όπου η νοηματική, η γραπτή και η ομιλούμενη γλώσσα συνθέτουν την συνολική πρόκληση που έχουν να αντιμετωπίσουν οι κωφοί μαθητές, οι οποίοι σημειωτέον εκδηλώνουν ζωηρότερο ενδιαφέρον γι’ αυτό το σκέλος του μαθήματος, εφ’ όσον αποτελεί και για τους ίδιους θέμα υψίστης προτεραιότητας.

Στα μαθηματικά υπάρχουν αρκετές προκλήσεις που έχουμε να αντιμετωπίσουμε. Από την μία πλευρά, τα μαθηματικά είναι από μόνα τους αυτόνομη γλώσσα, με τον δικό της συμβολισμό και την δική της νομοτέλεια, οπότε εδώ εφαρμόζουμε την συνήθη διδακτική προσέγγιση που ισχύει για όλους τους μαθητές εν γένει (κωφούς και μη). Από την άλλη, όμως, πλευρά, τα μαθηματικά απαιτούν «μετάφραση» σε μία φυσική γλώσσα για να γίνουν κατανοητά, τουλάχιστον στα βασικά επίπεδα. Μία καλή προσέγγιση είναι η αξιοποίηση της «γεωμετρικότητας» της νοηματικής γλώσσας (γλώσσα του χώρου) για την αναπαράσταση αφηρημένων μαθηματικών εννοιών. Η χρήση της ελληνικής γλώσσας δείχνει να έχει κάπως περιορισμένες δυνατότητες στα περισσότερα παιδιά, γίνεται όμως και καταβάλλεται προσπάθεια διαθεματικής σύνδεσης των μαθηματικών με τα ελληνικά. Σε ορισμένες, σχετικά λίγες, περιπτώσεις επιτυγχάνεται η υπέρβαση του «μεταιχμίου» της μεταφραστικής εξάρτησης των μαθηματικών από μία φυσική γλώσσα, οπότε οι μαθητές που το επιτυγχάνουν προχωρούν σαν να λειτουργούν αυτόνομα με μαθηματική γλώσσα μόνο, και αναδεικνύουν πολύ καλή επίδοση. Το μάθημα της πληροφορικής βοηθάει επίσης στην κατανόηση μαθηματικών εννοιών, και γι’ αυτό φροντίζουμε να κάνουμε, όσο το δυνατόν, διαθεματική σύνδεση μαθηματικών και πληροφορικής.

Τέλος, στα μαθήματα της παιδείας του φυσικού κόσμου (φυσική, χημεία, βιολογία, γεωγραφία) γίνεται κατά κανόνα η βιωματική διδακτική προσέγγιση. Πρώτα παρουσιάζεται η παρατήρηση ή το πείραμα, και μετά γίνεται η εννοιολογική και πολυθεματική ανάπτυξη. Η φυσική, και ιδιαίτερα η μηχανική και η οπτική, είναι σχετικά περισσότερο προσιτή, διότι μπορούν οι μαθητές να «παίξουν» τον ρόλο κινουμένων σωμάτων και να μετρήσουν την ταχύτητα, την επιτάχυνση, το βάρος κτλ. Ωστόσο, κατά γενική ομολογία η βιολογία, για ευνόητους προφανείς λόγους, είναι το μάθημα εκείνο που μαγεύει και κρατά συγκεντρωμένους τους μαθητές. Η βιολογία είναι το γνωστικό αντικείμενο που παρουσιάζει την μεγαλύτερη διαθεματική συνδυασιμότητα με όλα τα άλλα γνωστικά αντικείμενα που διδάσκονται στο σχολείο. Με την χρήση νέων τεχνολογιών παρουσιάζονται στο μάθημα της βιολογίας ταινίες ποικίλης θεματολογίας γύρω από την ζωή, και οι μαθητές συζητούν γύρω από την θεματολογία αυτή σε αναφορά με δικές τους εμπειρίες. Στην χημεία υπάρχουν οι μεγαλύτερες δυσκολίες. Η παρατήρηση και ο πειραματισμός με χημικές ουσίες στο εργαστήριο του σχολείου συμβάλλουν μεν σε μία αρχική, εμπειρική εντύπωση των χημικών φαινομένων, πλην όμως υπάρχει ένα όριο, πέρα από το οποίο η διδασκαλία χημικών εννοιών δεν αποδίδει καθόλου. Οι θεμελιώδεις έννοιες της χημείας, όπως είναι το άτομο, τα υπατομικά σωματίδια, το μόριο, ο χημικός δεσμός κτλ. έχουν μέσα τους έντονο το στοιχείο του φιλοσοφικού στοχασμού, οπότε ίσως με μία κατάλληλη διαθεματική σύνδεση της χημείας με την φιλοσοφία να ήταν πιο εφικτή η κατανόησή τους. Το προσπαθούμε, πάντως.

Στην φυσική αγωγή λαμβάνουμε αρχικά μέριμνα για την επισήμανση των ιδιαιτέρων δυνατοτήτων των παιδιών ως προς τις σωματικές τους δεξιότητες και κατευθύνουμε τα παιδιά σε κείνες τις ασκήσεις, στις οποίες έχουν κλίση, ενώ παράλληλα καλλιεργούμε και τις κινήσεις εκείνες που για οιονδήποτε λόγο δεν έχουν ακόμα αναδειχθεί πλήρως.

Ιδιαίτερη φροντίδα δίδεται στο μάθημα του σχολικού επαγγελματικού προσανατολισμού, το οποίο συνδέεται με συμβουλευτική για τις εκπαιδευτικές επιλογές και την σταδιοδρομία μετά το σχολείο, καθώς επίσης και με βιωματική προσέγγιση (διαφόρων ειδικοτήτων) σε συνεργασία με διαφόρους δημοσίους και ιδιωτικούς φορείς (εκπαιδευτικά κέντρα, επιχειρήσεις κτλ.), όπου γίνονται στοχοθετημένες επισκέψεις ή προσκαλούνται ειδικοί στον χώρο του σχολείου.

Ο χώρος της τέχνης αποτελεί τον κατ’ εξοχή χώρο έκφρασης των παιδιών. Η παρεχόμενη παιδεία στα εικαστικά και στο θέατρο αποσκοπεί στην κινητοποίηση και αυθεντική έκφραση της προσωπικότητας των μαθητών μας. Η διοργάνωση εκθέσεων εικαστικών και θεατρικών παραστάσεων αποτελεί επιστέγασμα των καλλιτεχνικών μας προσπαθειών. Η έμφυτη θεατρικότητα της νοηματικής γλώσσας συμβάλλει στην ανάδειξη ιδιαίτερης θεατρικής απόδοσης, ακόμα και στον απαιτητικό χώρο του αρχαίου δράματος. Έχουμε κατακτήσει ήδη την Αντιγόνη του Σοφοκλή και συνεχίζουμε με την Ορέστεια του Αισχύλου σε αυθεντική απόδοση στην ελληνική νοηματική γλώσσα.

Σε όλα τα γνωστικά πεδία προσπαθούμε να αξιοποιήσουμε και διάφορα άλλα μέσα, εκτός από τα βιβλία, περισσότερο προσιτά στους μαθητές μας. Η πληροφορική μας δίνει ερεθίσματα και, όποτε το επιτρέπουν οι συνθήκες, αξιοποιούμε την πληροφορική για την διδακτική προσέγγιση άλλων γνωστικών αντικειμένων.

Οφείλουμε να σημειώσουμε ότι πάντοτε πειραματιζόμαστε προς την κατεύθυνση της πλέον κατάλληλης διδακτικής προσέγγισης, ώστε να παρέχουμε δίκαιη και κατά το δυνατόν αποτελεσματικότερη μόρφωση στα παιδιά μας. Με την αξιολόγηση των μαθητών μας παίρνουμε κυρίως ανατροφοδότηση για την αποτελεσματικότητα του δικού μας έργου. Η πολυετής πείρα μας και η διαρκής επιστημονική και παιδαγωγική ενημέρωση που φροντίζουμε κατά το δυνατόν να αποκτούμε, μάς παρέχουν αξιόπιστα εφόδια για να συνεχίσουμε το έργο μας.